18

καί, ὡς τεσσερακονταετῆ χρόνον ἐτροποφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ,

Nestle-Aland 28th
And about the time of forty years suffered he their manners in the wilderness. (KJV)
# Greek MAC & POS Definition
2532 καί
CONJ
and, even, also
5613 ὡς
ADV
as, like as, even as, when, since, as long as
5063 τεσσαρακονταετής, ές
A-ASM
forty years old
5550 χρόνος, ου, ὁ
N-ASM
time
5159 τροποφορέω
V-AAI-3S
τροποφορέω tropophoréō, trop-of-or-eh´-o; from G5158 and G5409; to endure one´s habits:—suffer the manners.
846 αὐτός, αὐτή, αὐτό
P-APM
(1) self (emphatic) (2) he, she, it (used for the third person pronoun) (3) the same
1722 ἐν
PREP
in, on, at, by, with
3588 ὁ, ἡ, τό
T-DSF
the
2048 ἔρημος, ον
A-DSF
solitary, desolate

version verse
Berean Greek NT 2016 καί ὡς τεσσερακονταετῆ χρόνον ἐτροποφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ,
SBL Greek NT 2010 καί, ὡς τεσσερακονταετῆ χρόνον ἐτροποφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ,
Nestle Greek NT 1904 καί ὡς τεσσερακονταετῆ χρόνον ἐτροποφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ,
Westcott & Hort 1881 καί, ὡς τεσσερακονταετῆ χρόνον ἐτροποφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ,
Nestle-Aland 27th καί, ὡς τεσσερακονταετῆ χρόνον ἐτροποφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ,
Nestle-Aland 28th καί, ὡς τεσσερακονταετῆ χρόνον ἐτροποφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ,
RP Byzantine Majority Text 2005 Καὶ ὡς τεσσαρακονταετῆ χρόνον ἐτροποφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ.
Greek Orthodox Church 1904 καὶ ὡς τεσσαρακονταετῆ χρόνον ἐτροποφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ,
Tiechendorf 8th Edition 1872 καὶ ὡς τεσσερακονταετῆ χρόνον ἐτροποφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ,
Scrivener's Textus Receptus 1894 καὶ ὡς τεσσαρακονταετῆ χρόνον ἐτροποφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ
Sthephanus Textus Receptus 1550 καὶ ὡς τεσσαρακονταετῆ χρόνον ἐτροποφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ
Beza Greek NT 1598 Καὶ ὡς τεσσερακονταετῆ χρόνον ἐτροφοφόρησεν αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ.